Απλά η αφορμή

Pieter Bruegel the Younger, Dance around the May Pole
Pieter Bruegel the Younger, Dance around the May Pole

Επεισόδιο Δέκατο Ένατο

Η διαδρομή είναι δεδομένη, καράβι από Ηράκλειο για Πειραιά, στάση στην θεία για πρωινό με τοστ με διπλό τυρί και χυμό και μετά να μπαίνουμε βιαστικά στο αυτοκίνητο για να προλάβουμε πριν αρχίσει η πολλή κίνηση – σιγά μην την γλιτώναμε δηλαδή, η ουρά από τα διόδια της Ελευσίνας έχει φτάσει ήδη μέχρι την Χαλυβουργική ή τουλάχιστον έτσι μου φαίνεται, γιατί αφενός είμαστε κολλημένοι μέσα στο Πεζό 104 και ιδρώνουμε κολλημένοι στα καθίσματα, αφετέρου ο εκνευρισμός του μπαμπά έχει χτυπήσει κόκκινο γιατί έχει και αυτήν την μαγική ικανότητα να επιλέγει πάντα την λωρίδα που προχωράει με όπισθεν. Το ραδιόφωνο παίζει παλιά λαϊκά σε συνδυασμό με πολιτικές αναλύσεις – η κεραία του πεζό είχε επίσης την μαγική ικανότητα να πιάνει δύο σταθμούς ταυτόχρονα σε συνδυασμό με άπειρα χρουτς χρουτς, που και καλά να ήσουν χρειαζόσουν δύο ασπιρίνες για να φύγει ο πονοκέφαλος μετά το τέλος του ταξιδιού – κι εγώ προσπαθώ να φανώ αντάξιος του υψηλού καθήκοντος που έχω αναλάβει, να μείνω ξύπνιος σε όλη την διαδρομή για να κάνω παρέα στον μπαμπά – τουτέστιν πάλι είχα χάσει στο κορώνα-γράμματα με την Γιώτα για το ποιος θα καθίσει στο πίσω κάθισμα και ποιος στο μπροστά, με τον πίσω να είχε κάθε δικαίωμα να κοιμηθεί απλώνοντας χέρια-πόδια προς πάσα κατεύθυνση, ενώ ο μπροστά χτυπούσε κανονικότατα σκοπιά με την επιπλέον υποχρέωση να μιλάει/γελάει/καλμάρει τον μπαμπά που το πρώτη-δευτέρα-πρώτη-δευτέρα στην εθνική του είχε τσαταλιάσει το νευρικό σύστημα.

Τέλος πάντων, με τα πολλά φτάνουμε στα διόδια, οι σημαίες του ΠΑΣΟΚ κυματίζουν στα χέρια των πιστών οπαδών(;) του, τα αυτοκίνητα με τις σημαίες την Ν.Δ μαζεύουν όσα κρέμονται και κλείνουν τα παράθυρα – στα επόμενα διόδια αντικρίσαμε το ανάποδο σκηνικό εννοείται – κι εγώ μην ξέροντας τι ακριβώς γίνεται (πρέπει να ήμουν 8 νομίζω) ζητάω από τον μπαμπά να μου πάρει μια ελληνική σημαία για να έχω με κάτι να ασχολούμαι (και γιατί ζήλευα και εκείνους που με τόσες σημαίες που είχαν βάλει στα αυτοκίνητά τους τα είχαν μετατρέψει σε ιστιοφόρα). Τι να κάνει και ο μπαμπάς, μου παίρνει την σημαία, περνάμε τα διόδια και κάπως αρχίζουμε να αναπτύσσουμε ταχύτητα, εγώ κρατάω την σημαία έξω από το παράθυρο για κανένα πεντάλεπτο κουνώντας την πάνω κάτω ρυθμικά, μετά βαριέμαι, αλλά δεν θέλω να χάσω και το εφέ της σημαίας που ανεμίζει, οπότε κλείνω το παράθυρο και την σφηνώνω μισή μέσα μισή έξω, σε πέντε λεπτά το αυτοκίνητο μετατρέπεται σε θερμοκήπιο – ο μπαμπάς έχει πάντα το δικό του κλειστό γιατί ο αέρας τον χτυπάει στον αυχένα λέει – εμένα πια έχουν ιδρώσει και οι κάλτσες μου, κάνει ένα μπραφ ο μπαμπάς, που βλέπει ότι μου κόβεται η αναπνοή, ανοίγει το παράθυρο, χάνεται η σημαία στον ουρανό. Λίγο μετά τον ισθμό, στα γνωστά καφέ-εστιατόρια πάνω στην εθνική, τα αυτοκίνητα με τις μπλε, πράσινες και κόκκινες σημαίες συνυπάρχουν αρμονικά – το φαί μας ενώνει σαν έθνος, λέει ο μπαμπάς κι εγώ τον κοιτάω απορημένος προσπαθώντας να καταλάβω τι είναι αυτό που μας χωρίζει.

Με αυτά και με εκείνα φτάνουμε στο Ρίο, δηλαδή προσπαθούμε να φτάσουμε στο Ρίο, γιατί η ουρά για τα φέρυ-μποτ ξεκινάει από την εθνική οδό, ο μπαμπάς λέει μήπως να πηγαίναμε Πάτρα να φάμε τίποτα, εμείς ουρλιάζουμε από χαρά, ο μπαμπάς βλέπει ότι η αριστερή λωρίδα προς Ρίο κινείται πιο γρήγορα, κάνει την μανούβρα, φτάνουμε στην προβλήτα, χάνουμε το φαγητό στην Πάτρα. Μπαίνουμε στο φέρυ-παντόφλα, κατεβαίνουμε από τα αυτοκίνητο και ακολουθεί το γνωστό δεκαπεντάλεπτο παραλήρημα της Γιώτας όποτε μπαίνει σε πλοίο, – το βλέπεις; Έχει κύμματα, στο έλεγα εγώ, να, βλέπεις, η θάλασσα κάνει προβατάκια, μα δεν το το νιώθεις; κουνάει, ΚΟΥΝΑΕΙ! Εγώ ατάραχος, από την μια να την καθησυχάζω και από την άλλη να βλέπω απέναντι τα βουνά της Ναυπάκτου και να προσπαθώ να καταλάβω προς τα που πέφτει η Άνω Χώρα.

Τελικά φτάνουμε Αντίρριο, μπαίνουμε πάλι στο Πεζό και ξεκινάμε την διαδρομή για το χωριό, ο μπαμπάς βάζει κλαρίνα και με το που βλέπει την πινακίδα «ΑΝΩ ΧΩΡΑ 58 ΧΙΛΙΟΜΕΤΡΑ» αρχίζει αυτομάτως να μιλάει με το τοπικό ιδίωμα κόβοντας φωνήεντα και σύμφωνα όπου τον βολεύει, η επικοινωνία μας πια γίνεται αδύνατη, τα κλαρίνα βουίζουν μέσα στα αυτιά μου και απλά ελπίζω αυτήν την φορά να μην ανακατευτώ από τις στροφές που θα μας βγάλουν στα 1.100 μέτρα υψόμετρο (με την ελπίδα έμεινα φυσικά, χρειάστηκαν τρεις στάσεις με ισάριθμες βίαιες εναποθέσεις στην κραβαρίτικη γη όσων είχα φάει όλη μέρα – παλιά μου τέχνη κόσκινο δηλαδή, ακόμα και σήμερα πρέπει να είμαι ο μοναδικός άνθρωπος που ανακατεύεται ενώ οδηγεί στην συγκεκριμένη διαδρομή). Ευτυχώς η διαδρομή είναι μαγική, τα πλατάνια και τα έλατα σκεπάζουν με την σκιά τους τον δρόμο, το ένα χωριό διαδέχεται το άλλο και τελικά φτάνουμε στο σημείο-κλειδί που απέναντί μας βλέπουμε το πιο ωραίο χωριό του κόσμου (και δεν δεχόμαστε αντιρρήσεις – δημοκρατικά πάντα).

Μπαίνουμε στην Άνω Χώρα, ο μπαμπάς κατεβάζει το παράθυρο και κανονίζει για την απογευματινή πρέφα, η γιαγιά μας περιμένει στα Καπορδελέικα με το γνωστό χαμόγελο-ποίημα, είμαστε καλά, είμαστε ευτυχισμένοι, είμαστε εκεί, είμαστε μαζί. Μέσα σε πέντε λεπτά ξεχνάμε για ποιον λόγο ανεβήκαμε – έτσι κι αλλιώς αυτό απασχολεί μόνο τον μπαμπά και την γιαγιά που τον περιμένει για να της πει τι να ψηφίσει – εγώ τρέχω να ξεσκεπάσω τον Rambo για να αρχίσω τις ορθοπεταλιές, η Γιώτα ψάχνει τις φίλες της, η γιαγιά μας κυνηγάει για να μας δώσει χορτόπιτα, ανεβαίνουμε στην αγορά, κάποια στιγμή το χωριό ερημώνει γιατί όλοι βρίσκονται στο σχολείο, εγώ βρίσκω ευκαιρία να περάσω με φόρα μέσα από την αγορά, σουρουπώνει, βραδιάζει, τα καφενεία είναι γεμάτα από τους μπαμπάδες, όλου του κόσμου θαρρείς, που σχολιάζουν τα αποτελέσματα πίνοντας τσίπουρο, γελάνε, φωνάζουν, τσουγκρίζουν τα ποτήρια τους, είναι στο χωριό τους και οι εκλογές μοιάζουν απλά μια ακόμα αφορμή για να ξαναβρεθούν όλοι μαζί.

18 Replies to “Απλά η αφορμή”

  1. Πόσα μας ενώνουν γύρω από ένα τραπέζι. Όταν είναι γεμάτο. Αυτές οι παιδικές ιστορίες σαν παραμύθι τελειώνουν πάντα…

    Καλή ψήφο φίλε

    Μου αρέσει!

  2. Τώρα μ´έβαλες να ψάξω για το χωριό έτσι ωραία που τα περιγράφεις!
    Και πράγματι από αυτά που είδα και διάβασα μοιάζει να είναι ένας πολύ όμορφος τόπος..χμ..νομίζω ότι μια μέρα θ´ανεβώ στο Κερασοβούνι!

    Υ.Γ.: ..(ότ)αν καταλάβεις τι μας χωρίζει, θα θέλαμε να το μοιραστείς μαζί μας..!

    Μου αρέσει!

  3. πωωωω ρε φίλεεε…τόσο προσωπική ανάμνηση και όμως ήταν σαν να μίλαγες για μένα. Θυμήθηκα κι εγώ τις αντίστοιχες οικογενειακές εκλογικές εξόδους για το χωριό. Συγκίνηση…

    Μου αρέσει!

Αφήστε απάντηση στον/στην Stavrula Ακύρωση απάντησης