Η ζωή σε αντιπαροχή

Portrait_de_Suzanne_Valadon_par_Henri_de_Toulouse-Lautrec

Δευτέρα πρωί ξεκινούν το πακετάρισμα. Σερβίτσια, ρούχα, κορνίζες, μια ζωή σε κούτες χάρτινες. Η Κατερίνα αδειάζει τα ντουλάπια της κουζίνας και από κάθε πιάτο χύνεται και μια μνήμη – δύσκολα να χωρέσουν πιάτα και αναμνήσεις στην ίδια κούτα, πρέπει να βρούμε μεγαλύτερες, τους φωνάζει, εδώ δεν χωράει να μπει ούτε η μισή ζωή μας. Η Ρήνια περιφέρεται νευρικά μεταξύ υπνοδωματίου και σαλονιού, αδειάζει τις ντουλάπες με μανία, πετάει τα ρούχα τους στο πάτωμα, να τα αφήσουμε όλα εδώ, να πάρουμε καινούρια, τι τα θέλουμε τόσα κουρέλια καμουφλαρισμένα σε προτάσεις ευτυχίας, οι άλλες την κοιτούν συγκαταβατικά, όλες το ίδιο σκεφτόμαστε αλλά ποια τολμάει να το πει. Η μάνα τους δεν αντέχει, βγαίνει έξω και αρχίζει να καθαρίζει το πλατύσκαλο, πρέπει να έχει ρίξει ήδη τρεις κουβάδες νερό σε μια επιφάνεια τρία επί δύο, την βλέπει η Ρήνια και θυμώνει, τι καθαρίζεις, σε μια εβδομάδα δεν θα υπάρχει τίποτα, το πλατύσκαλό σου θα πεταχτεί σε μια χωματερή, άσε τα πλυσίματα κι έλα εδώ να σώσεις ότι σώζεται, τα άλλα θα τα πάρει ο άνεμος. Ξαφνιάζεται εκείνη, σκύβει στην αυλή και γεμίζει την χούφτα της με χώμα, το βάζει στην τσέπη της ρόμπας της και μπαίνει μέσα πριν την δουν οι γειτόνισσες να κλαίει.

Η Κατερίνα ακόμα στην κουζίνα, παλεύει με τα σερβίτσια, τις πιατέλες για το κρέας, τα μπολ για τις σαλάτες, τα φλιτζάνια του καφέ, τα πιο δύσκολα είναι τα μαχαίρια, σε κόβουν πριν το καταλάβεις, δεν μεταφέρονται τα μαχαίρια, καμιά λαβή ποτέ δεν φτιάχτηκε σωστά για να τα κρατήσεις, πάντα η κόψη τους κερδίζει. Ανοίγει κούτες, διπλώνει κάθε κομμάτι σε χαρτί και το βάζει μέσα, τα χέρια της τρέμουν, να μην σπάσει τίποτα, να μην φτάσει τίποτα λειψό ή ραγισμένο στην επόμενη ζωή, να είναι ακέραια η μνήμη, συμπαγής. Τα αγαπημένα της πιάτα είναι αυτά με τα κόκκινα λουλούδια στις άκρες, μπαίνει το φαγητό μέσα και το αγκαλιάζουν μικρά τριαντάφυλλα, χορταίνει το μάτι χρώματα όταν δεν φτάνει το φαγητό να χορτάσει τα στόματα, μοιάζει γεμάτο το πιάτο κι ας έχει μόνο μια σχεδόν άδεια κουταλιά σούπας χθεσινής.

Η Ρήνια έχει μπει σχεδόν μέσα στην παιδική τους ντουλάπα, εδώ κρυβόταν μικρή όταν την κυνηγούσε εκείνος με την ζώνη στο χέρι, η Κατερίνα απέξω, στεκόταν μπροστά στην πόρτα και τις έτρωγε εκείνη, στωικά, με το βλέμμα καρφωμένο πάνω του, ανυποχώρητη μπροστά στο μεγαλύτερο καθήκον της, να προστατέψει την μικρή. Πέντε λεπτά διαφορά είχαν οι δίδυμες, πρώτα βγήκε η Κατερίνα και το κλάμα της ακούστηκε σε όλο το σπίτι, ύστερα η Ρήνια σχεδόν βουβή, φοβήθηκε η μαία, το παιδί ζει, δεν δείχνει να αναπνέει, ακούμπησε το χέρι της στο μικροσκοπικό της στέρνο και τότε έκλαψε η Ρήνια, και από τότε πάντα καθυστερημένα, πρώτα έμπαινε την κόλαση, την παρατηρούσε και μετά φώναζε βοήθεια. Μέσα στην ντουλάπα η Ρήνια να μετράει σκοτάδια, βήματα βιαστικά, φωνές κι ύστερα να ανοίγει η πόρτα και να μπαίνει και η Κατερίνα για να κλάψει χωρίς να την δει εκείνος, η μια κρυβόταν από τον πόνο και η άλλη από την παραδοχή του. Τώρα τα ρούχα πεταμένα στο πάτωμα, τα περισσότερα τους τα έχει κάνει δώρο εκείνος, να μην τα πάρουμε, σκέφτεται, να τον αφήσουμε πίσω μας, πόσο ακόμα θα τον κουβαλάμε πάνω μας, να τα πετάξουμε, να τον πετάξουμε. Σκύβει και πιάνει μια φούστα που της έκανε δώρο η Κατερίνα, αυτήν θα κρατήσω μόνο και το καρό πουκάμισο της νονάς, άλλα δεν χρειάζομαι, ας τα κάνει εκείνος ό,τι θέλει, έτσι κι αλλιώς πάντα αυτό έκανε και με τα ρούχα και με εμάς.

Η μάνα τους έχει κολλήσει τώρα στο μπάνιο, δεν υπάρχει τίποτα να μαζέψει πια εκεί, αλλά πως το κάνεις το βήμα το μεγάλο να μπεις στο σαλόνι μόνος σου; Κοιτάζεται στον καθρέφτη, όλα τα χρόνια της γραμμένα στο πρόσωπό της, κάθε ρυτίδα και μια αντίδραση στην λήθη, κι ας μην το διάλεξε, κι ας ήθελε το παρελθόν να περάσει σαν νερό τρεχούμενο, χωρίς να σκάψει το χώμα. Τα μάτια της μικραίνουν με τον καιρό, αντιδρούν και εκείνα σε όσα βλέπουν, αρνούνται να συμβιβαστούν με τον ήλιο που δύει, ψάχνουν ανατολές, παράθυρα που ανοίγουν, σεντόνια απλωμένα για πρώτη φορά, μυρωδιές σαπουνιού, χαμόγελα αυθόρμητα απέναντι στο θαύμα της ημέρας, χέρια αυθόρμητα μέσα στο θαύμα μιας αγκαλιάς. Αγκαλιά δεν πήρε ούτε έδωσε, έτσι όπως της τα έμαθε ο καιρός, έτσι του τα γύρισε πίσω. Μεσημέριασε, να πάρουμε την Νικούλα από το σχολείο, να φτιάξουμε και τίποτα να φάμε, ποια θα πάει στον πατέρα σας, εγώ πρέπει να μείνω εδώ, έχει πολύ δουλειά ακόμα το μπάνιο.

Η Κατερίνα αντιδρά, πώς θα μαγειρέψουμε, τα μισά τα έχω πακετάρει, ας πάει στην ταβέρνα, ας πάει όπου θέλει. Κι εμείς τι θα κάνουμε, νηστικές θα μείνουμε, η μάνα της βάζει τις φωνές, ψάχνει επιχειρήματα, καταλαβαίνει αλλά δεν είναι έτοιμη για αντίσταση, κάποτε ήταν αλλά όχι πια. Η Κατερίνα σκύβει το κεφάλι, εντάξει, έχεις δίκιο, τα ταψιά είναι ακόμα έξω, θα βάλω κριθαράκι, μέχρι να γίνει θα φέρω και την Νίκη μας, ποια νίκη μας δηλαδή, μόνο ήττες μεγάλωσαν εδώ μέσα. Φτιάχνει στα γρήγορα το φαγητό και το βάζει στο φούρνο, μέχρι να ψηθεί θα έχει φέρει τη Νικούλα από το σχολείο, βγαίνει έξω, δεν βιάζεται, χρειάζεται αέρα, λίγο ακόμα και θα έμπαινε κι εκείνη σε κούτα, λίγο ακόμα και θα την νικούσε το πακετάρισμα της ίδιας της της ζωής. Η Νικούλα έχει σχολάσει ήδη και περιμένει στην αυλή χαμογελαστή, δεν έχει καταλάβει τίποτα, δεν έχει και να θυμάται τίποτα, μόνο χάδια είχαν για εκείνη και παιχνίδια ακριβά, μια φορά έφυγε το μηνιάτικο σε μια πορσελάνινη κούκλα, να την έχει η μικρή να θυμάται πώς την μεγαλώσαμε, να θυμάται ότι εμείς την μεγαλώσαμε, να μας φροντίζει όταν μεγαλώσουμε.

Γυρίζουν σπίτι και η Ρήνια είναι ακόμα μέσα στην ντουλάπα, όρθια, σχεδόν μαρμαρωμένη, τα χέρια κολλητά στο σώμα και το βλέμμα ευθεία μπροστά, βγες έξω Ρήνια μου, δεν θα σε ξαναχτυπήσει, πάνε αυτά, τέλειωσαν, θα φροντίσω εγώ να μην έχει ζώνες στο νέο σπίτι, θα σε φροντίσω εγώ. Η Ρήνια βγαίνει, τρέχει στο δωμάτιο των γονιών της, βρίσκει τις ζώνες εκείνου και της περνάει όλες γύρω από την μέση της, η Κατερίνα πηγαίνει πίσω της, την αγκαλιάζει, η Ρήνια βάζει τα κλάματα, έτσι Ρήνια μου, κλάψε και μια φορά έξω από την ντουλάπα, κι ύστερα πάρε τις ζώνες και πέτα της μόνη σου, εσύ πρέπει να το κάνεις, για εσένα ήταν οι ζώνες, κι ας μην τις ήθελες. Η Ρήνια σηκώνεται, βγαίνει έξω, αρχίζει και λύνει μία μία τις ζώνες, απέναντι η ροδακινιά έχει αρχίσει να μαραίνεται από τα πρώτα κρύα, δεν θα μαραθώ όμως κι εγώ, δεν θα μαραθώ, με το δεξί της χέρι τινάζει τις ζώνες στον αέρα και τις ρίχνει με δύναμη πάνω στον κορμό του δέντρου, ύστερα στα κλαδιά, να ρίξει όλα τα φύλλα πριν πέσει εκείνη, να εκδικηθεί την σκιά της, όλες τις σκιές. Η μάνα της τρέχει έξω να την μαζέψει, η γειτονιά είναι στο πόδι, τρελάθηκε η Ρήνια, στενοχωρήθηκε που φεύγουν. Η Ρήνια μπαίνει μέσα και πηγαίνει προς το σαλόνι, ξαπλώνει μπρούμυτα στον καναπέ και μένει εκεί ακίνητη, της πέρασαν όλα, τα πέταξε όλα πάνω στην ροδακινιά, αφού δεν μπορούσε να ξεφορτώσει στα έμψυχα, ας ξεφόρτωνε ένα κομμάτι από την ψυχή της στα άψυχα.

Η Κατερίνα γυρνάει στην κουζίνα, είναι έτοιμο το φαγητό, θα του το πάω εγώ, ελάτε κι εσείς να φάτε και κλείστε κανένα πατζούρι, δεν είναι η Ρήνια μας για τα δόντια τους, μιλάει σαν την μάνα της, κάποιος πρέπει να την αντικαταστήσει σήμερα που χάνει το πλατύσκαλό της. Στρώνει το τραπέζι και φεύγει, φτάνει και εκείνος κάθεται πίσω από το ταμείο, γιατί άργησες, πάντα αυτό της λέει, ούτε καλησπέρα, τι καλησπέρα δηλαδή, ούτε ένα βλέμμα δεν της ρίχνει. Μόλις τελειώνει την διώχνει από μόνος του, μην χασομεράς εδώ, πρέπει να έχετε τελειώσει με το πακετάρισμα μέχρι το βράδυ, βοηθήστε την μάνα σας με την μετακόμιση – με εσένα ποιος θα την βοηθήσει ήθελε να του πει αλλά κρατήθηκε, άστον να πιστεύει ότι τον φοβόμαστε, έτσι κι αλλιώς δεν έχει μάθει άλλον τρόπο για να δει τον σεβασμό.

Πίσω στο σπίτι, όλο το απόγευμα μάνα και κόρες να παλεύουν με τα κουτιά, άφησε η καθεμιά την γωνία που την όριζε και βρέθηκαν στο σαλόνι, η Ρήνια δεν ασχολήθηκε ξανά με την ντουλάπα, η Κατερίνα παράτησε τα ντουλάπια με τα σερβίτσια μισογεμάτα, η μάνα τους δεν ξαναπάτησε στο πλατύσκαλο, δεν θα τις έσωζαν οι γωνίες τους, μόνο ένας τρόπος υπήρχε πια, να σώσουν η μία την άλλη.

Advertisement

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Αρέσει σε %d bloggers: