Ρίμες

Μιλάμε για τις εποχές γιατί κουραστήκαμε να μετράμε αντοχές. Τον τελευταίο καιρό του άρεσε να φτιάχνει ρίμες βάζοντας στην σειρά κλισέ ουσιαστικά και χιλιοειπωμένα ρήματα. Κάπου είχε ακούσει ότι η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου είχε ένα μεγάλο τετράδιο με έτοιμες ρίμες, εργαλείο χρήσιμο όταν πρέπει να ξεπληρώσεις στην πόκα έχοντας ως μόνο περιουσιακό στοιχείο τους στίχους σου. Δεν ήξερε αν ήταν μύθος ή αλήθεια, έβρισκε όμως την ιδέα ενός τέτοιου τετραδίου ελκυστική για τον καθένα – αν και ήξερε ότι μόνο η Παπαγιαννοπούλου θα μπορούσε να διακρίνει τις δυο πόρτες που έχει η ζωή ανάμεσα στο μπήκα και στο βγήκα.

Θα ήταν ωραία να γράφω στιχάκια και να μου τα μελοποιούν, σκέφτηκε. Ή να μου δίνουν μουσικές και να τους δείχνω τον δρόμο μέσα από ρίμες. Τον κυρίευαν συχνά τέτοια όνειρα. Τα ξεφορτωνόταν μόνο μια φορά τον μήνα, να μην τον βαραίνουν όσο περίμενε στην ουρά του ΟΑΕΔ. Δεν χρειάζεται κι άλλα βάρη η ουρά του ΟΑΕΔ, είναι από μόνη της ασήκωτη. Συνεχίστε την ανάγνωση του «Ρίμες»

Advertisement

Παιδικά παιχνίδια

Οι μέρες που περνούν μοιάζουν με τα κάστανα, καμιά φορά όσο ωριμάζουν τόσα περισσότερα αγκάθια βγάζουν. Ύστερα παραδίνονται στην φύση τους και αφήνονται να πέσουν στο χώμα έως ότου ένα χέρι να τις μαζέψει και να τις απαλλάξει από τις αιχμές. Καθόταν στην άκρη του καφενείου και κοιτούσε τον δρόμο. Όχι τον δρόμο – αυτή ήταν η επίφαση για να μην τον ενοχλούν με άσκοπες συζητήσεις. Κοιτούσε απέναντι στην παιδική χαρά, πεντάχρονα και εξάχρονα αγόρια και κορίτσια, ανακάτευαν καθημερινά την ελευθερία που σου δίνει μια κούνια που φτάνει ψηλά με τον εγκλωβισμό που σου δημιουργεί ένας μύλος που γυρίζει γρήγορα και κρατιέσαι πάνω του από φόβο να μην πέσεις. Στα παιδικά παιχνίδια δεν υπάρχει πάντα νικητής και ηττημένος, ο στόχος είναι το ίδιο το παιχνίδι. Στα παιδικά παιχνίδια η ελευθερία και ο εγκλωβισμός μπορούν να μπερδεύονται κάτω από το ίδιο γέλιο. Στα ενήλικα είναι που πρέπει πάντα να υπάρχει σκοπός και μια ψευδαίσθηση απόδρασης.
Συνεχίστε την ανάγνωση του «Παιδικά παιχνίδια»

Όπλα στα ντουλάπια

Le concert des partis, Paul Klee
Le concert des partis, Paul Klee

Πηγαίνει προς την κουζίνα. Τα ντουλάπια μοιάζουν έτοιμα να ξεκολλήσουν από το βάρος του χρόνου – το βάρος των σερβίτσιων δεν ήταν ποτέ πρόβλημα για τα εργένικα σπίτια. Στο νεροχύτη δύο ποτήρια βαμμένα από το κόκκινο κρασί περιμένουν την σειρά τους για να διανύσουν τη γνωστή διαδρομή, στεγνωτήρας, ντουλάπι και πάλι έξω, κάποια άλλη βραδιά, μια βραδιά που ακόμα και τα ποτήρια θα θέλουν παρέα για να βγουν από το ντουλάπι τους. Ανοίγει το ψυγείο και βγάζει μια μπύρα, αφού το σημερινό βράδυ θα είναι μοναχικό, ας το πνίξει τουλάχιστον στον αφρό.

Η βεράντα είναι ακόμα βρεγμένη, κάποια ρύθμιση πρέπει να κάνει στο αυτόματο πότισμα για να μην ξεχειλίζουν οι γλάστρες αλλά όλο το αμελεί, μπορεί και να χαίρεται που κάτι επιτέλους ξεχειλίζει, ξεπερνώντας τα όρια έστω μιας γλάστρας. Περπατάει με τα γυμνά του πόδια πάνω κάτω στην βεράντα μέχρι να γίνουν οι πατούσες του μαύρες, η ελευθερία θέλει πάντα να αφήνει τα ίχνη της. Στο απέναντι μπαλκόνι μια γιαγιά προσπαθεί μάταια να πείσει το εγγόνι να παραμείνει ήσυχο, εκείνο κρατάει μια πιατέλα στο ένα χέρι και μια κουτάλα στο άλλο και πολεμάει με τον βασιλικό. Μάλλον θα τον κερδίσει.
Συνεχίστε την ανάγνωση του «Όπλα στα ντουλάπια»

Την έλεγαν Νίκη

Pierre Bonard, Le Cabinet de toiletteΤα φασολάκια στην κατσαρόλα έχουν αρχίσει ήδη να βράζουν, αν και μισεί τον ήχο του απορροφητήρα που κάνει το σπίτι να μοιάζει με αποβάθρα τρένου, στρίβει το κουμπί από το δύο στο τρία, μήπως και γλιτώσει το σαλόνι από την μυρωδιά των κρεμμυδιών. Δεν μπορείς να αξιολογήσεις το μέγεθος μιας ενόχλησης αν δεν την συγκρίνεις με μια άλλη. Ανοίγει την μπαλκονόπορτα και βγαίνει στην στενή λωρίδα τσιμέντου που μοιάζει να αιωρείται πάνω από την γειτονιά, όλα μια ψευδαίσθηση είναι, αν δεν χτίσεις κολώνες δεν θα μείνεις ποτέ ψηλά. Ανάβει τσιγάρο και κοιτάει τον δρόμο, απέναντι παρκαρισμένα στέκονται πάντα τα δύο γνωστά αυτοκίνητα χωρίς πινακίδες, έχει μάθει πια κάθε γρατζουνιά τους, το μόνο που αλλάζει πάνω τους είναι το χώμα που μοιάζει να θέλει να τα βουλιάξει στο έδαφος.

Μπαίνει μέσα, η μυρωδιά από την καμένη σάλτσα έχει αρχίσει να απλώνεται και ο απορροφητήρας μοιάζει τώρα με τρένο που αγκομαχά να ανέβει την πλαγιά του λόφου. Ώρες ώρες φοβάται ότι ο απορροφητήρας είναι ο καθρέφτης της. Παίρνει την κατσαρόλα και την αδειάζει στα σκουπίδια, η πλαστική σακούλα λιώνει στα σημεία που πέφτει η σάλτσα, κι εκείνη εύχεται να μην χρειαστεί να ξαναμαγειρέψει ποτέ, έτσι κι αλλιώς ο άλλος έχει να της πει καλή κουβέντα για το φαγητό από τότε που το παιδί έφυγε για να σπουδάσει στην Πάτρα. Η ίδια θα μπορούσε να ζει και με βρεγμένα παξιμάδια βουτηγμένα στο λάδι. Ο άλλος θα την βόλευε και να μην ζει. 
Συνεχίστε την ανάγνωση του «Την έλεγαν Νίκη»

Ένα κάποιο σχέδιο

Σηκώνεται από το κρεβάτι πετώντας τον βράχο που πέφτει πάνω του κάθε που ξαπλώνει. Πες ότι τα καταφέραμε και σήμερα, ή έστω για σήμερα. Φοράει το λιωμένο τζιν, τα βρώμικα πράσινα all stars, και μια μπλούζα που ξέβαψε από την ήλιο μετά την δωδέκατη μέρα που έμεινε στην απλώστρα. Βγαίνει έξω για τσιγάρα και με τον αναπτήρα στο χέρι απλώνει την παλάμη του στον περιπτερά, εκείνος βαριεστημένα του δίνει το camel light της ημέρας, τραβώντας άλλη μια γραμμή στο μπλοκάκι του. Κάτι πάει να ψελλίσει για πόσο θα κρατήσει αυτό αλλά το ξανασκέφτεται και σκύβει το κεφάλι κάνοντας ότι τακτοποιεί τις εφημερίδες δίπλα στα πόδια του.

Γυρνάει σπίτι χαμογελαστός. Από τότε που εξήγησε στον περιπτερά την δική του εκδοχή για την δωρεάν ανταλλαγή υπηρεσιών, η καθημερινότητά του είχε λίγο ομορφύνει – εγώ θα προστατεύω το περίπτερο τα βράδια που φεύγεις, του είπε, κι εσύ θα μου δίνεις κάθε μέρα ένα πακέτο camel lights και δύο κρουασάν. Έτσι θα επιβιώσουμε και οι δυο. Ο περιπτεράς αρνήθηκε στην αρχή, αλλά όταν το επόμενο πρωί τον είδε να τον περιμένει μπροστά από τις σπασμένες πόρτες των δύο ψυγείων φάνηκε υπέρ του δέοντος πρόθυμος να ξανασυζητήσουν την πρότασή του.  Συνεχίστε την ανάγνωση του «Ένα κάποιο σχέδιο»