– Πού είσαι;
– Γυρίζω. Από.
– Δεν σε βλέπω.
– Είναι το φως της ημέρας που πάντα με κρύβει.
Παρατηρώ. Διαβάζω. Κάνω αναγωγή στο σήμερα. Προβάλλω το σήμερα στο αύριο. Παρατηρώ την προβολή να γεννά ζωή. Ύστερα πάλι ένα βήμα πίσω.
– Θα μπεις;
– Δεν ρωτάς ποτέ τον άλλο αν θα μπει, απλά του ανοίγεις την πόρτα και εξαφανίζεσαι. Τον αφήνεις εκεί, στο πλατύσκαλο, να μετεωρίζει το θέλω του. Είναι κι αυτό μια δόση ελευθερίας. Συνεχίστε την ανάγνωση του «Μετέωρα»