Την επόμενη μέρα

The Lee Shore, Edward Hopper

Αγαπητέ Γιώργο,

Σου γράφω για να σου ζητήσω συγγνώμη για τις προάλλες. Ξέρεις, είναι κάποιες μέρες που όλα πηγαίνουν στραβά, το λεωφορείο καθυστερεί το πρωί για την δουλειά και όταν έρχεται δεν βρίσκεις άδεια θέση, με αποτέλεσμα να μείνεις κολλημένος στη σελίδα 115 της Αριάγνης και αυτό να σε ενοχλεί ουσιαστικά περισσότερο από το στρίμωγμα, την ορθοστασία και την καθυστέρηση (συγγνώμη Σταύρο Θεοδωράκη). Ύστερα στη δουλειά ο καφές θα χυθεί πάνω στα 100 χρόνια χαρτούρας και θα τρέχεις πανικόβλητος να καθαρίσεις το παχύ δέρμα της γραφειοκρατίας από μερικούς καφέ λεκέδες αληθινής ζωής, μετά θα χτυπήσει το τηλέφωνο για να σου πουν ότι έφυγε ξαφνικά από τη ζωή ένας συμμαθητής σου, η φωνή στην άλλη άκρη της γραμμής θα κλαίει για εκείνον και θα φοβάται για εσένα – έτσι είναι συνήθως ο πόνος της απώλειας, μοιρασμένος, λίγο για αυτό που χάνεις και λίγο για εσένα που χάνεσαι. 

Και η μέρα αυτή, η ίδια πάντα μέρα, θα συνεχιστεί με παρεξηγήσεις, νεύρα και ένα αίσθημα πνιγμού σε ήρεμη θάλασσα. Θα γυρίσεις σπίτι και θα αρχίσεις να τσακώνεσαι με το κορίτσι που γνώρισες μόλις 3 ημέρες πριν, σε μια αυγουστιάτικη αθηναϊκή ταράτσα, ένα από εκείνα τα απάνεμα σαββατόβραδα που οι μπύρες και τα φιλιά ανταλλάσσονται με την ίδια ευκολία, γιατί είναι καλοκαίρι και ο ήλιος μας έχει καθαρίσει λίγο το βλέμμα. Αλλά θα τσακωθείτε και θα νιώσεις πάλι μόνος, όχι ελλείψει πόθου, αλλά ελλείψει τόπου.

Και πάνω εκεί θα έρθει ένας φίλος και θα απλώσει το χέρι, αλλά εσύ, όντας πια σε θέση άμυνας λόγω ξεριζωμού από την ίδια τη μέρα σου, θα το δεις ως επίθεση και θα αντεπιτεθείς. Ευτυχώς οι φίλοι, οι πραγματικοί, εκείνοι που στη θέση των τοτέμ βάζουν πράσινους αναπτήρες, εκείνοι που προτιμούν να περπατήσουν μέσα στο κρύο όλη την Αλεξάνδρας για να μείνουν λίγη ώρα παραπάνω μαζί, εκείνοι οι φίλοι και άλλοι σαν κι αυτούς, καταλαβαίνουν.

Και την επόμενη μέρα σε καλούν για φαγητό, μόνο που εσύ δε μπορείς, γιατί η επόμενη μέρα είναι μια καλύτερη μέρα, την επόμενη μέρα είσαι στη σελίδα 140, την επόμενη μέρα πίνεις τον καφέ στο μπαλκόνι χαζεύοντας τις γάτες της πλατείας να σκαρφαλώνουν στα δέντρα, την επόμενη μέρα το κορίτσι θα σου ζητήσει συγγνώμη και θα σε ταΐσει στο στόμα σπιτικό τζισκέικ με σούπα φράουλας.

ΥΓ: Δεν υπάρχει στραβός ορίζοντας, μόνο στραβά βλέμματα. Αλλά ευτυχώς το δικό σου δεν ανήκει σε αυτά. Ήθελα να στο πω κάποια στιγμή.

Με εκτίμηση,

Χ.

One Reply to “”

Σχολιάστε